τριημίεκτον

τριημίεκτον
τὸ, Α
ένας και μισός εκτεύς*.
[ΕΤΥΜΟΛ. < τρίημι «ενάμισυ» + -εκτον (< ἑκτεύς «έκτο μέρος τού μεδίμνου»), πρβλ. ἀμφί-εκτον].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”